«Όποιος θέλει τα πολλά, χάνει και τα λίγα».
Με αυτή τη φράση δε μας μεγάλωσαν; Κι αν όχι οι γονείς μας,
σίγουρα ο κοντινός περίγυρος φρόντιζε να μας το υπενθυμίζει με κάθε ευκαιρία.
Και ο προβληματισμός γι’ αυτή τη φράση «γεννήθηκε» μέσα μου
κάποια στιγμή πριν καιρό, όταν εγώ η ίδια έκανα σκέψεις που δεν ήταν καθόλου
βοηθητικές για εμένα, για να πάω μπροστά και να εξελιχθώ. Σκέψεις που κατά
καιρούς όλοι έχουμε κάνει. Για παράδειγμα, ότι δεν αξίζουμε την προαγωγή, ότι
καλό θα ήταν να μη διεκδικήσουμε μεγαλύτερο μισθό αφού και με αυτόν τα βγάζουμε
πέρα ή να μείνουμε στη σχέση η οποία δε μας καλύπτει διότι... ε δε μας χτυπάει
κιόλας.
Και πολύ συχνά, όταν διστάζουμε να ζητήσουμε το κάτι
καλύτερο, «παίζει» στο μυαλό μας αυτή η φράση... Όποιος θέλει τα πολλά, χάνει
και τα λίγα. Ας κάτσουμε στ’ αυγά μας. Σωστά; Αφού δεν είναι τόσο άσχημα και
στα λίγα.
Αναρωτιέμαι... Βολεύει να μη διεκδικούμε ό,τι θέλουμε; Βολεύει
εμάς που παραμένουμε στη ζώνη ασφαλείας μας ή τον άλλο από τον οποίο θα το
ζητήσουμε; Μάλλον και τις δύο πλευρές βολεύει.
Πάντως, κανείς δε
φρόντισε να μας πει ότι μένει στα λίγα όποιος δε ζητάει τα πολλά!
Μένουμε στο ίδιο μοτίβο σχέσης όταν δε ζητάμε αυτό που
θέλουμε.
Μένουμε στο ίδιο εργασιακό περιβάλλον όταν κρατάμε το στόμα
μας κλειστό.
Πάντα υπάρχει ο κίνδυνος να τελειώσει αυτή η σχέση ή να...
απολυθούμε στη χειρότερη όταν διεκδικήσουμε τα περισσότερα. Πάντα υπάρχει η
πιθανότητα να μείνουμε και στα ίδια, αυτά τα «λίγα». Όμως είναι ανοιχτό το
ενδεχόμενο να λάβουμε όσα διεκδικήσαμε.
Σε όποια από τις παραπάνω εκδοχές, θα χτυπήσει μέσα μας το
καμπανάκι της αυτοεκτίμησης. Ίσως να νιώσουμε όμορφα που καταφέραμε και
ζητήσαμε αυτό που θέλαμε, κι ας μην το πήραμε. Σίγουρα, όμως, θα το έχουμε
βγάλει από μέσα μας. Και αυτό αξίζει το ρίσκο... Αν μπορεί να χαρακτηριστεί
ρίσκο.
Κι αν είναι να μείνουμε για πάντα στα «λίγα», ας το παίξουμε
κορώνα – γράμματα κι ας τα χάσουμε. Μόνο με αυτό τον τρόπο θα βρούμε τα «πολλά».